Αγχώδεις Διαταραχές

Το άγχος και ο φόβος είναι ένα πανανθρώπινο βίωμα και εμπεριέχει συγκεκριμένες σωματικές αντιδράσεις (π.χ. ταχυκαρδία, εφίδρωση), σκέψεις (π.χ. κινδυνεύω) και συμπεριφορές (π.χ. αποφυγή πολυκοσμίας) με αφορμή ή ως απάντηση σε ένα περιβαλλοντικό ερέθισμα. Οι άνθρωποι είναι βιολογικά ‘’προγραμματισμένοι’’ να βιώνουν το άγχος και τον φόβο και να τα χρησιμοποιούν ως μηνύματα στον εγκέφαλο για να προστατευτεί το άτομο ή να βοηθηθεί να είναι σε εγρήγορση και δημιουργικό. Κάποιες φορές όμως η ένταση, η διάρκεια και η συχνότητά τους, ξεπερνούν τα φυσιολογικά όρια, φτάνοντας τα κλινικά επίπεδα και προκαλείται δυσφορία, καθιστώντας το άτομο δυσλειτουργικό. Η λειτουργικότητα δηλαδή του ατόμου, διαταράσσεται σε βασικούς τομείς (π.χ. σχέσεις, εργασία, διασκέδαση) και τότε το άγχος ή ο φόβος θεωρούνται παθολογικά. Με τη βοήθεια των ειδικών και σύμφωνα με κάποια κριτήρια/συμπτώματα, διαπιστώνεται αν υπάρχει Αγχώδη Διαταραχή.

Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυσή τους, καλό είναι να γίνει μια διάκριση μεταξύ άγχους και φόβου.

Ο φόβος είναι μια δυσάρεστη συναισθηματική κατάσταση και είναι μια συνειδητά αντιληπτή αντίδραση σε μια ενδεχόμενη απειλή ή σε πραγματικό κίνδυνο. Το άγχος από την άλλη, είναι πιο διάχυτο και δεν προσδιορίζεται πάντα (εύκολα) η πηγή του κινδύνου. Εμπεριέχει συναισθήματα φόβου και άλλες φορές και τρόμου. Η ένταση και η διάρκεια του φόβου και του άγχους σχετίζονται με τον βαθμό επικινδυνότητας του ερεθίσματος και συνήθως μειώνονται με την αποφυγή του (του ερεθίσματος). Οι σωματικές αισθήσεις που προκαλούνται από τη διέγερση του νευρικού συστήματος (π.χ. ταχυκαρδίες, ταχύπνοια, μεταφορά του αίματος από τα σπλάχνα στους μεγάλους μύες), ετοιμάζουν το άτομο για μάχη, φυγή ή ‘’πάγωμα’’ (Fight, Flight, Freeze) απέναντι στον κίνδυνο, ως μια μορφή αντιμετώπισής του. Εκτός των 3 ‘F’, μια ακόμη αντίδραση του νευρικού συστήματος είναι ο κατακερματισμός (Fragmentation) και προσθέτει το τέταρτο ‘F’ στα ήδη τρία υπάρχοντα. Το τελευταίο, αφορά τον κατακερματισμό μιας ανάμνησης, σχετικά με κάποιο τραυματικό γεγονός λόγω της έντονης συναισθηματικής φόρτισης που προκάλεσε, και έγινε με τέτοιο τρόπο που το άτομο δεν είχε την δυνατότητα επεξεργασίας του (για περισσότερα δείτε σχετικά με την Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες παρακάτω).

Λόγω της αλληλεπίδρασης σώματος, σκέψης, συμπεριφοράς και συναισθήματος με το περιβάλλον, η παρέμβαση μπορεί να είναι πολυδιάστατη. Ανάμεσα στις πολλές θεραπευτικές παρεμβάσεις και προτάσεις που μπορεί να διαλέξει ο ενδιαφερόμενος, είναι και η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία (ΓΣΘ). Η ΓΣΘ θεωρείται από πολλούς θεραπεία εκλογής για τις περισσότερες Αγχώδεις Διαταραχές και την Κατάθλιψη και είναι μια παρέμβαση βασισμένη σε χιλιάδες ευρήματα (evidence-based), όσον αφορά την αποτελεσματικότητά της.

Οι Αγχώδεις Διαταραχές περιλαμβάνουν την Διαταραχή Πανικού με ή χωρίς Αγοραφοβία, την Αγοραφοβία χωρίς Ιστορικό Διαταραχής Πανικού, την Ψυχαναγκαστική Καταναγκαστική Διαταραχή, την Διαταραχή Μετά από Ψυχοτραυματικό Στρες, την Διαταραχή από Οξύ Στρες, την Γενικευμένη Αγχώδη Διαταραχή, την Διαταραχή Οφειλόμενη σε Γενική Ιατρική Κατάσταση, την Αγχώδη Διαταραχή προκαλούμενη από Ουσίες, την Αγχώδη Διαταραχή Μη Προσδιοριζόμενη Αλλιώς, την Κοινωνική Φοβία και την Ειδική Φοβία. Για ένα άρθρο-debate για τις διαγνώσεις, δείτε εδώ.

 

Η ΓΣΘ θεωρείται ένα ολιστικό μοντέλο παρέμβασης. Βαρύτητα δίνεται στην προσωπική νοηματοδότηση του ατόμου σχετικά με τα εσωτερικά ερεθίσματα (π.χ. σκέψεις, εικόνες), τα εξωτερικά ερεθίσματα (π.χ. καταιγίδες, σκύλος, πολυκοσμία) και το πώς το άτομο αντιδράει είτε σε συναισθηματικό επίπεδο, είτε σε επίπεδο συμπεριφοράς. Χρησιμοποιώντας ως βάση την θεραπευτική σχέση, οργανώνεται η παρέμβαση που ξεκινάει με τον εντοπισμό του προβλήματος, την αξιολόγησή του, την αλλαγή και επίλυσή του, την ενίσχυσή νέων στρατηγικών αντιμετώπισης και την πρόληψη υποτροπών (‘’πισωγυρισμάτων’’) σε προηγμένες δυσλειτουργικές φάσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις συστήνεται παράλληλη φαρμακοθεραπεία για την υποβοήθηση της Ψυχοθεραπείας. Για περισσότερα σε σχέση με τη ΓΣΘ δείτε εδώ.

Βιβλιογραφία

Beck, A. T. & Emery, G. (2005). Anxiety disorders and phobias: a cognitive perspective. Cambridge, MA: Basic Books.
Καλπάκολου, Θ. (1997). Άγχος και Πανικός. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Μάνος, Ν. (1997). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Η ΓΣΘ θεωρείται ένα ολιστικό μοντέλο παρέμβασης. Βαρύτητα δίνεται στην προσωπική νοηματοδότηση του ατόμου σχετικά με τα εσωτερικά ερεθίσματα (π.χ. σκέψεις, εικόνες), τα εξωτερικά ερεθίσματα (π.χ. καταιγίδες, σκύλος, πολυκοσμία) και το πώς το άτομο αντιδράει είτε σε συναισθηματικό επίπεδο, είτε σε επίπεδο συμπεριφοράς. Χρησιμοποιώντας ως βάση τη θεραπευτική σχέση, οργανώνεται η παρέμβαση που ξεκινάει με τον εντοπισμό του προβλήματος, την αξιολόγησή του, την αλλαγή και επίλυσή του, την ενίσχυσή νέων στρατηγικών αντιμετώπισης και την πρόληψη υποτροπών (‘’πισωγυρισμάτων’’) σε προηγμένες δυσλειτουργικές φάσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις συστήνεται παράλληλη φαρμακοθεραπεία για την υποβοήθηση της Ψυχοθεραπείας. Για περισσότερα σε σχέση με τη ΓΣΘ δείτε εδώ.

Βιβλιογραφία

Beck, A. T. & Emery, G. (2005). Anxiety disorders and phobias: a cognitive perspective. Cambridge, MA: Basic Books.
Καλπάκολου, Θ. (1997). Άγχος και Πανικός. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Μάνος, Ν. (1997). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Διαταραχές Συνδεόμενες με Τραύμα και Στρεσογόνους Παράγοντες: Η μέθοδος EMDR

emdr kit

Διαταραχές Συνδεόμενες με Τραύμα και Στρεσογόνους Παράγοντες: Η μέθοδος EMDR

Στο ψυχικό τραύμα αναφερόμαστε στην ξαφνική ή βίαιη εμπειρία από ένα γεγονός ή κατάσταση που είναι υπερβολικά στρεσογόνα, που καταγράφεται στο σώμα και την μνήμη μας και ξεπερνά την δυνατότητά μας να το αντιμετωπίσουμε και να το ξεπεράσουμε. Το ψυχικό τραύμα είναι το αποτέλεσμα μετά από έκθεση σε ένα τραυματικό γεγονός (ή γεγονότα) που κάποιος βίωσε προσωπικά, ήταν παρατηρητής ως μάρτυρας και σχετίζονταν με πραγματικό θάνατο ή απειλή θανάτου. Η απειλή επίσης μπορεί να αφορά την σωματική ακεραιότητα του ατόμου ή των άλλων ή σοβαρό τραυματισμό, κατά τα οποία το άτομο αντέδρασε με τρόμο, φόβο ή αίσθηση ανημποριάς.

Υπάρχει αναβίωση μέσω παρέμβλητων αναμνήσεων (flashbacks) ή ονείρων που προκαλούν ταραχή (στα παιδιά με επίμονα παιχνίδια σχετιζόμενα συμβολικά και με το τραύμα), το άτομο νοιώθει σαν να αναβιώνει το γεγονός και μπορεί να δίνει την εντύπωση πως αφαιρείται από αυτό που κάνει ή συμβαίνει γύρω του. Απέναντι σε ερεθίσματα εξωτερικά ή εσωτερικά (σκέψεις - εικόνες), μπορεί να νοιώθει ταραχή και να εκδηλώνει ψυχοσωματικά συμπτώματα. Συνήθως ανταποκρίνεται σε αυτά προσπαθώντας να αποφύγει σκέψεις, συναισθήματα και δραστηριότητες που συνδέονται ή ξυπνούν αναμνήσεις από το τραύμα. Επιπλέον, το άτομο μπορεί να αισθάνεται αποξενωμένο από άλλους, περιορίζεται συναισθηματικά (π.χ. έχει ανικανότητα να νοιώσει αγάπη για τους άλλους), έχει περιορισμένη οπτική/αίσθηση για το μέλλον και δεν θυμάται σημαντικές στιγμές του τραύματος. Τέλος, σωματικά έχει δυσκολία στον ύπνο, είναι ευέξαπτο, δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί, έχει υπερβολική επαγρύπνηση και αντιδράσεις ξαφνιάσματος. Στα παιδιά η έκφραση του τραύματος, μπορεί να είναι εμφανής μέσα από την αποδιοργάνωση (λεκτική, γνωστική και συμπεριφορική). Για να πούμε ότι κάποιος έχει αυτήν τη Διαταραχή θα πρέπει τα συμπτώματα να είναι παρόντα για τουλάχιστον ένα μήνα και να προκαλούν ενόχληση ή πτώση της λειτουργικότητας σε σημαντικούς τομείς της ζωής του ατόμου, όπως είναι ο επαγγελματικός/ακαδημαϊκός, ο κοινωνικός και ο σχεσιακός (ο τρόπος που σχετίζεται). Επίσης, μπορεί να συνοδεύεται και από άλλες Διαταραχές, όπως η Διαταραχή Πανικού, οι Διαταραχές Σχετιζόμενες με Ουσίες κ.ά.

Υπάρχουν και άλλες Διαταραχές σχετιζόμενες με το τραύμα, όπως η Οξεία Αντίδραση στο Στρες, το Μετατραυματικό Σύνδρομο, η Χρόνια Διαταραχή Προσωπικότητας Μετά από Ψυχοτραυματική εμπειρία και η πιο Σύνθετη Μετατραυματική Διαταραχή, που δεν κατατάσσεται σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες, καθώς και οι Διασχιστικές Διαταραχές, με επικρατέστερη την Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες. Έχουν προταθεί κάποιες Ψυχοθεραπευτικές Παρεμβάσεις για τις Διαταραχές Συνδεόμενες με το Τραύμα και τους Στρεσογόνους Παράγοντες. Οι πιο γνωστές είναι η Ψυχοτραυματοθεραπεία με την μέθοδο EMDR και η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία (ΓΣΘ, για περισσότερα σε σχέση με αυτές βλέπε εδώ).


Η μέθοδος EMDR

Η Ψυχοτραυματοθεραπεία με την Απευαισθητοποίηση Μέσω Οφθαλμικών Κινήσεων και Επανεπεξεργασία (Eye Movement Desensitization and Reprocessing, εν συντομία EMDR), είναι το αποτέλεσμα των θεωριών και μελετών της Francine Shapiro.

Το EMDR συνθέτει κυρίως τεχνικές, όπως οελεύθερος συνειρμός της Ψυχαναλυτικής Θεραπείας και Γνωστικές τεχνικές, όπως την δουλειά σε επίπεδο πεποιθήσεων και την έκθεση στις τραυματικές αναμνήσεις. Το Θεραπευόμενο άτομο έχει τον έλεγχο της θεραπείας και η επεξεργασία γίνεται μέσα σε ένα μη-κατευθυντικό Προσωποκεντρικό πλαίσιο, μέσω της ενσυναισθηματικής συμπόρευσης του Θεραπευτή.

Η καινοτομία του EMDR έγκειται επίσης, στο ότι εισάγει το διεστιακό ερέθισμα. Κατά την επεξεργασία γίνεται εστιασμός στο εσωτερικό βίωμα (‘’μέσα’’ και ‘’τότε’’) και η προσοχή στρέφεται παράλληλα, στο διεστιακό ερέθισμα και την ασφάλεια της θεραπευτικής σχέσης (‘’έξω’’ και ‘’τώρα’’). Το EMDR είναι αποτελεσματικό και απέναντι σε άλλες Διαταραχές, όπως είναι οι Διαταραχές Σχετιζόμενες με Ουσίες, οι Φοβίες, η Ψυχαναγκαστική-Καταναγκαστική Διαταραχή και ο χρόνιος πόνος, για τα οποία έχουν κατασκευαστεί και ειδικά πρωτόκολλα. Έχει προταθεί ως θεραπεία εκλογής σε συστήματα υγείας της Αγγλίας, Αμερικής, Σουηδίας, και άλλων χωρών και θεωρείται ως η πιο αποτελεσματική μέθοδος μαζί με τις παρεμβάσεις της ΓΣΘ. Τέλος, ως μέθοδος το EMDR έχει ερευνηθεί περισσότερο από κάθε άλλη για την Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες.

Η Ψυχοτραυματοθεραπεία με το EMDR αποτελείται από 3 στάδια: 1) Την σταθεροποίηση, 2) την επεξεργασία του τραυματικού βιώματος και 3) την προσαρμογή. Αρχικά στο Πρώτο Στάδιο, δημιουργείται μια ασφαλής θεραπευτική σχέση, γίνεται λήψη ιστορικού κι αν χρειαστεί ψυχομετρική αξιολόγηση. Ορίζονται οι θεραπευτικοί στόχοι και ξεκινά η ψυχοεκπαίδευση και υποστήριξη μέσω ενδεδειγμένων τρόπων, για την αποστασιοποίηση από το τραυματικό υλικό. Επίσης, έμφαση δίνεται στην διαχείριση των υποκειμενικών συναισθημάτων, στην ανάπτυξη ‘’φροντίδας εαυτού’’ του ‘’σχετίζεσθαι’’ και του υποστηρικτικού - κοινωνικού δικτύου του ατόμου. Συνήθως το πρώτο στάδιο είναι και το πιο χρονοβόρο μέχρι να προετοιμαστεί κατάλληλα το άτομο για την επεξεργασία.

Στο Δεύτερο Στάδιο, γίνεται η επεξεργασία των τραυματικών βιωμάτων. Η επεξεργασία γίνεται με βάση τη σύνθεση σωματικών αισθήσεων, πεποιθήσεων και συναισθημάτων που σχετίζονται με την τραυματική ανάμνηση. Στο Τρίτο και τελευταίο Στάδιο, το άτομο έχοντας ενσωματώσει το τραύμα ως μέρος της αυτοβιογραφίας του, δεν το καθιστά πλέον δυσλειτουργικό και αποκτά περεταίρω ωριμότητα.

Οι έρευνες δείχνουν πως μετά από κάποιες συνεδρίες EMDR τα συμπτώματα της Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες υποχωρούν πλήρως στο 84%-90% των περιπτώσεων και υπάρχουν θετικές αλλαγές στο μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου (ιππόκαμπος, αμυγδαλή), με υποχώρηση της δραστηριότητας της αμυγδαλής. Για περισσότερες πληροφορίες σε σχέση με το EMDR δείτε εδώ και για μια σύντομη ζωντανή παρουσίαση (demonstration) του EMDR (στα πλαίσια απορρήτου και προστασίας των προσωπικών δεδομένων, χωρίς πραγματικό συμμετέχοντα), δείτε εδώ

Βιβλιογραφία

American Psychiatric Association (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5th ed.). Washington, DC: Author.
Carlson, N. R. (2004). Physiology of behavior (8th ed.). Needham Heights, MA, US: Allyn & Bacon.
Shapiro, F. (2017). Eye movement desensitization and reprocessing (EMDR) therapy: Basic principles, protocols and procedures (3rd ed.). New York, NY: Guilford Press.
World Health Organization. (1992). The ICD-10 classification of mental and behavioural disorders: Clinical descriptions and diagnostic guidelines. Geneva: World Health Organization.
Βεντουράτου, Δ. (2009). Εισαγωγή στην ψυχοτραυματολογία και στην τραυματοθεραπεία: Η μέθοδος EMDR. Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο.

Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες: Η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία

Οξεία Διαταραχή Στρες

Η Οξεία Διαταραχή Στρες σχετίζεται με την αίσθηση άγχους μετά από ένα τραυματικό γεγονός. Το άτομο νοιώθει σαν να το ξαναζεί και προσπαθεί να αποφύγει τους εκλυτικούς παράγοντες που πυροδοτούν τις τραυματικές αναμνήσεις. Διαφέρει από τη Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες ως προς την διάρκεια εκδήλωσης που είναι συγκριτικά βραχεία. Επίσης διαφέρει ποιοτικά ως προς το μοτίβο που ακολουθούν οι σκέψεις και τα συμπτώματα. Για περισσότερα σχετικά με την αντιμετώπισή του δείτε παρακάτω τη Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες.



εικόνα με λεκτικά ψυχικών συμπτωμάτων

Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες

Η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες, είναι η πιο γνωστή Διαταραχή από τις υπόλοιπες που συνδέονται με το τραύμα και τους σχετικούς στρεσογόνους παράγοντές του. Συνήθως παρουσιάζεται μετά από έκθεση σε συνθήκες που απειλήθηκε η ζωή κάποιου από ατύχημα ή βαρύ τραυματισμό, στα οποία το άτομο ήταν ο άμεσος αποδέκτης ή μάρτυρας του/των τραυματικών γεγονότων. Το άτομο που έχει Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες μπορεί να βιώνει εικόνες και αναμνήσεις σαν να παρεισφρύουν (flashbacks) και εφιάλτες, και μπορεί να έχει συναισθηματικό μούδιασμα, να είναι σε υπερδιέγερση ή να προσπαθεί να αποφύγει τα ερεθίσματα που πυροδοτούν αυτές τις αντιδράσεις. Το άγχος σχετίζεται με την συνεχόμενη αίσθηση κινδύνου και ανάλογα με το τραυματικό γεγονός μπορεί να συνοδεύεται από συναισθήματα ντροπής (π.χ. σε κάποιο βιασμό), ενοχής (π.χ. μάρτυρας σε κάποιο τροχαίο ή φόνο) και θυμού (για αυτό που συνέβη) και από αλλαγές σε γνωστικό επίπεδο έχοντας αρνητικές πεποιθήσεις για τον εαυτό του (π.χ. ‘’είμαι κατεστραμμένη-ος’’, ‘’εγώ φταίω για όλα’’, ‘’ο κόσμος είναι απειλητικός’’). Οι Θεραπευόμενοι συνήθως μπορούν να θυμηθούν στοιχεία των γεγονότων αλλά η γενική εικόνα είναι ατελής. Σαν να έσπασε ο καθρέπτης στον οποίο πριν κάποιος έβλεπε ολόκληρο το πρόσωπό του. Τώρα, βλέπει μεν όλα τα μεμονωμένα/σπασμένα κομμάτια του καθρέπτη με το πρόσωπό του, όμως τα κομμάτια του καθρέπτη είναι διάσπαρτα, χωρίς να βλέπει το πρόσωπο ως ένα ενιαίο είδωλο. Διαταραγμένες μπορεί να είναι και άλλες λειτουργίες, όπως ο ύπνος και το επίπεδο συγκέντρωσης και το άτομο μπορεί να βρίσκεται σε υπερβολική επαγρύπνηση. Κάποιες φορές το άτομο μπορεί να παρουσιάζει και αποσυνδετικά συμπτώματα, δηλαδή να νοιώθει σαν να βιώνει αυτά τα γεγονότα έξω από το σώμα του σαν παρατηρητής τους ή το περιβάλλον να μοιάζει σαν να είναι παραμορφωμένο ή σαν να είναι σε όνειρο.

Εν συντομία, η παρέμβαση αφορά την επεξεργασία νεότερων εικόνων με την βοήθεια του Θεραπευτή, που συχνά συνοδεύεται από τεχνικές χαλάρωσης ώστε το επίπεδο διέγερσης να είναι ανεκτό και να επιτρέπει ‘’την σταδιακή ένωση του κατακερματισμένου καθρέπτη’’ (αναμνήσεις). Στόχος είναι να μειωθεί η διέγερση και το γεγονός να αποτελέσει μέρος του χρόνου και του τόπου στο οποίο εκτυλίσσονταν. Αυτό γίνεται όταν παράλληλα το άτομο διερευνά τις σκέψεις και πεποιθήσεις που το φέρνουν στο εδώ και τώρα, προκαλώντας, αμφισβητώντας και αντικαθιστώντας τες, με πιο βοηθητικές και προσαρμοστικές.

εικόνα με λεκτικά ψυχικών συμπτωμάτων

Μέσω αυτής της επεξεργασίας μπορούν επίσης να εντοπιστούν παρερμηνείες που διατήρησαν την στρεσογόνο αντίδραση και να συζητηθούν εναλλακτικές πιο λογικές, ευέλικτες και ρεαλιστικές ερμηνείες για τα συμβάντα. Τέλος, πέρα από την γνωστική επεξεργασία και μετά από ειδική προετοιμασία, σημαντική είναι η παρατεταμένη έκθεση και σε συνθήκες της πραγματικής ζωής που να πυροδοτούν ή/και συνδέονται με το τραύμα, ώστε να αναδειχθούν πεποιθήσεις που συνεχίζουν να το τροφοδοτούν.

Αναχαιτίζοντας αυτές τις πεποιθήσεις στη συνέχεια, δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες για την αντιμετώπιση των συμπεριφορών ασφαλείας. Οι συμπεριφορές ασφάλειας, αφορούν συμπεριφορές που μέσα από την αποφυγή (π.χ. ενός δρόμου που έπαθε κάποιο τροχαίο ή τα πάρκα επειδή κάποια υπέστη βιασμό), προσφέρουν προσωρινά ανακούφιση, αλλά έχουν ως αποτέλεσμα να διατηρήσουν το πρόβλημα. Η βαρύτητα στην αντιμετώπιση, προφανώς διαφοροποιείται ανάλογα με την φύση του τραύματος (π.χ. κακοποίηση, φυσικές καταστροφές, ατυχήματα, επιθέσεις). Εκτός της Γνωστικής Συμπεριφορικής Θεραπείας για το τραύμα υπάρχουν και άλλα μοντέλα, όπως η Ψυχοτραυματοθεραπεία με την μέθοδο EMDR (βλ. παραπάνω). Τα δυο συγκεκριμένα, είναι τα πλέον ερευνημένα μοντέλα σχετικά με την αποτελεσματικότητά τους. Για περισσότερα σχετικά με την Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία μπορείτε να δείτε εδώ και για το EMDR παραπάνω.


Βιβλιογραφία


Carlson, N. R. (2004). Physiology of behavior (8th ed.). Needham Heights, MA, US: Allyn & Bacon.
Foa, E. B., Hembree, E. A., & Rothbaum, B. O. (2007). Treatments that work. Prolonged exposure therapy for PTSD: Emotional processing of traumatic experiences: Therapist guide. New York, NY, US: Oxford University Press.

World Health Organization (1992). The ICD-10 classification of mental and behavioural disorders: Clinical descriptions and diagnostic guidelines. Geneva: World Health Organization.
Βεντουράτου, Δ. (2009). Εισαγωγή στην ψυχοτραυματολογία και στην τραυματοθεραπεία: Η μέθοδος EMDR. Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο.
Μάνος, Ν. (1997). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Σίμος, Γ. (επιμ.) (2010). Γνωστική - Συμπεριφορική Θεραπεία. Ένας οδηγός στην Κλινική Πράξη. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη

Ψυχαναγκαστική Καταναγκαστική Διαταραχή (ΨΚΔ)

εικόνα με άνθρωπο που πλένει τα χέρια τ*

Ψυχαναγκαστική Καταναγκαστική Διαταραχή (ΨΚΔ)

Ο ψυχαναγκασμός σχετίζεται με επίμονες επαναλαμβανόμενες σκέψεις, παρορμήσεις ή εικόνες που παρεισφρήουν (εισβάλλουν), είναι μη-αποδεκτές από το άτομο που τις βιώνει και όταν αυτό συμβαίνει διακατέχεται από έντονο άγχος. Στην ΨΚΔ το άτομο καταλαβαίνει πως οι παρορμήσεις και οι σκέψεις/εικόνες, είναι αποτέλεσμα του ίδιου του ατόμου, ότι δεν προκαλούνται από κάποιον ή κάτι έξω από το άτομο, δεν έχουν να κάνουν απλά με υπερβολική ανησυχία για πραγματικά προβλήματα της ζωής και το άτομο προσπαθεί να τις παραβλέψει ή να τις εξαλείψει, μέσω κάποιων άλλων σκέψεων ή πράξεων.

Ο καταναγκασμός από την άλλη, σχετίζεται με την επανάληψη συγκεκριμένων συμπεριφορών (π.χ. πλύσιμο χεριών, συγκεκριμένη τοποθέτηση και σειρά αντικειμένων σε ένα χώρο) ή νοητικές διεργασίες (π.χ. μέτρημα, επανάληψη λέξεων σιωπηλά). Το άτομο προσπαθεί με υπερβολικό τρόπο να αντισταθμίσει την δυσφορία και το άγχος που νοιώθει από τον ψυχαναγκασμό του ή να αντιδράσει απέναντι σε ένα προσωπικό σύνολο άκαμπτων κανόνων. Ενώ μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα αισθητό πως οι ψυχαναγκασμοί-καταναγκασμοί ενός ατόμου είναι υπερβολικοί, συνήθως οι έχοντες ΨΚΔ κάποια στιγμή το αναγνωρίζουν (σε αντίθεση με τα παιδιά που αυτό δεν ισχύει). Όπως και σε άλλες Διαταραχές, για να ειπωθεί πως κάποιος πάσχει από ΨΚΔ θα πρέπει να συμβαίνει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (στην προκειμένη πάνω από 1 ώρα την ημέρα) και να έχει αρνητικές συνέπειες στη ζωή του ατόμου προκαλώντας πτώση της λειτουργικότητάς του σε ένα σημαντικό τομέα της ζωής του (σχέσεις, επάγγελμα, διασκέδαση κ.ά.) και να μην είναι αποτέλεσμα χρήσης κάποιας ουσίας. Στην συγκεκριμένη Διαταραχή, η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία (ΓΣΘ) θεωρείται η πιο επιμελώς μελετημένη σχετικά με την αποτελεσματικότητά της και θεωρείται από πολλούς ως θεραπεία εκλογής. Η ύπαρξη ψυχαναγκαστικών σκέψεων όπως δείχνουν οι έρευνες, είναι χαρακτηριστικό όλων των ανθρώπων. Παθολογικές θεωρούνται όταν πυροδοτούν ή ενισχύουν ψυχαναγκαστική/καταναγκαστική συμπτωματολογία και η νοηματοδότηση των σκέψεων είναι αγχογόνα. Το αρχικό ερέθισμα στην ΨΚΔ μπορεί να είναι εσωτερικό (π.χ. μια σκέψη) ή εξωτερικό (π.χ. ένα σχόλιο κάποιου φίλου κ.ά.). Οι γνωστικές διαστρεβλώσεις στην ΨΚΔ αφορούν κάποιες εκτιμήσεις του ατόμου που ακολουθούν το ερέθισμα και τις σκέψεις που το συνοδεύουν. Οι εκτιμήσεις αυτές αφορούν τις παρακάτω αντιλήψεις:

Το άτομο νοιώθει πως οι σκέψεις του (π.χ. το να σκέφτεται αρνητικά για κάποιον) θα έχουν αρνητικό αντίκτυπο (π.χ. θα με κάνουν να συμπεριφερθώ όντως έτσι και θα βλάψω κάποιον). Επίσης συχνά συγχέουν την ηθικά ανεπίτρεπτη πράξη με τη σκέψη. Έχουν υπερεκτιμημένη αίσθηση ευθύνης. Τα άτομα με ΨΚΔ πιστεύουν πως έχουν τη δύναμη και πρέπει να αποτρέψουν να συμβούν άσχημα πράγματα σε άλλους. Επίσης διέπονται από την πεποίθηση πως θα έπρεπε να μπορούν να ελέγξουν τις σκέψεις τους και να μην σκέφτονται ‘’άσχημα πράγματα’’. Διακατέχονται από μια διχοτομική τελειοθηρική αντίληψη, πιστεύοντας πως μόνο το τέλειο είναι αποδεκτό ή βοηθητικό. Θέλουν να γνωρίζουν και να είναι σίγουρα ότι οι σκέψεις τους είναι υπό έλεγχο και να γνωρίζουν με βεβαιότητα το αποτέλεσμα κάποιων καταστάσεων. Συνήθως υπερεκτιμούν την απειλή και τις συνέπειές της.



Σε επίπεδο παρέμβασης σύμφωνα με το ΓΣΘ μοντέλο, χρειάζεται να γίνει ψυχοεκπαίδευση πάνω στους μηχανισμούς δράσης της ΨΚΔ. Αυτό γίνεται σε ένα πλαίσιο υποστήριξης στο οποίο ο Θεραπευτής καθοδηγεί το Θεραπευόμενο άτομο με Σωκρατικές ερωτήσεις να ανακαλύψει τις εκτιμήσεις που κάνει και πώς επιδρούν στο ίδιο το άτομο. Επίσης, βοηθητικές είναι κάποιες τεχνικές εμβάθυνσης μέσω ερωτήσεων, σε περαιτέρω εκτιμήσεις που κάνει το άτομο που χρήζουν αντιμετώπισης. Σημαντική είναι η αντιμετώπιση της διογκωμένης αίσθησης ευθύνης, όπου συνήθως χρησιμοποιούνται τεχνικές για τον καταμερισμό των ευθυνών αναλαμβάνοντας το ποσοστό που αναλογεί στο ίδιο το άτομο. Το άτομο μαθαίνει να αξιολογεί τις σκέψεις του πειραματιζόμενο σχετικά με την εγκυρότητά τους, είτε αφορά την επίδραση που έχουν στους άλλους, είτε το κατά πόσο ηθικό βλέπει τον εαυτό του. Επίσης, τα άτομα με ΨΚΔ μαθαίνουν να εντάσσουν πολλά από τα συμπτώματα – σκέψεις τους σε ένα φυσιολογικό πλαίσιο, μέσα από κάποια συμπεριφορικά πειράματα στα οποία δοκιμάζεται κυρίως η αίσθηση πως θα έπρεπε να μηδενιστεί η αίσθηση αβεβαιότητας και η υποκειμενική τελειοθηρική αντίληψη πως θα πρέπει να γίνουν τα πράγματα σύμφωνα με συγκεκριμένους κανόνες. Όταν οι ψυχαναγκασμοί συνοδεύονται από συγκεκριμένους καταναγκασμούς, τότε δείχνει να είναι πολύ αποτελεσματική η έκθεση σε πραγματικές συνθήκες (in vivo) και η παρεμπόδιση αντίδρασης του ατόμου απέναντι σε αυτήν την έκθεση. Αυτό γίνεται με την κατάλληλη προετοιμασία και μέσα σε ένα κλίμα συνεργασίας Θεραπευτή-Θεραπευόμενου. Παράδειγμα της έκθεσης και παρεμπόδισης αντίδρασης, μπορεί να είναι να εκτεθεί κάποιος σε μικρόβια, να δει εμπειρικά αν πάθει αυτό που φοβάται και με τη βοήθεια του Θεραπευτή να εμποδιστεί η αντίδρασή του να πλύνει τα χέρια του μετά από αυτό.

 

Βιβλιογραφία

Beck, A. T. & Emery, G. (2005). Anxiety disorders and phobias: a cognitive perspective. Cambridge, MA: Basic Books.
Westbrook, D., Kennerly, H. & Kirk, J. (2012). Εισαγωγή στη γνωσιακή – συμπεριφοριστική θεραπεία: Τεχνικές και Εφαρμογές, Α. Καλαντζή – Αζίζι & Γ. Ευθυμίου (επιμ.). Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο.
Μάνος, Ν. (1997). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Σίμος, Γ. (επιμ.) (2010). Γνωστική - Συμπεριφορική Θεραπεία. Ένας οδηγός στην Κλινική Πράξη. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη

Διαταραχή Πανικού (με ή χωρίς Αγοραφοβία)

stress meter thermometer showing panic attack from stressing 3d rendering

Διαταραχή Πανικού (με ή χωρίς Αγοραφοβία)

Η Διαταραχή Πανικού αναφέρεται σε αυτό που η ευρεία γνώμη ονομάζει ‘’κρίσεις πανικού’’. Αφορά την ξαφνική και απότομη εμφάνιση της αίσθησης κινδύνου (‘’στα καλά καθούμενα’’). Αποτελείται από συγκεκριμένα συμπτώματα που κορυφώνονται με την εμφάνισή του. Αυτά μπορεί να είναι οι ταχυκαρδίες/αίσθημα παλμών, ταχύπνοια και αίσθημα πως κάποιος πνίγεται, εφίδρωση, τρεμούλα, δύσπνοια, πόνος στο στήθος, ζάλη και αίσθημα αστάθειας ή λιποθυμίας, ναυτία ή επιγάστρια δυσφορία, αίσθηση πως δεν είναι πραγματικό αυτό που συμβαίνει ή πως είναι κάποιος απομακρυσμένος από τον εαυτό του, φόβο πως θα πεθάνει ή ότι χάνει τον έλεγχο και τρελαίνεται, μουδιάσματα, ρίγη ή ξαφνικά αισθήματα ζέστης.

Ένα από τα πιο γνωστά μοντέλα παρέμβασης για την Διαταραχή Πανικού είναι αυτό της Γνωστικής Συμπεριφορικής Θεραπείας (ΓΣΘ), που εστιάζει μεταξύ άλλων στην καταστροφική παρερμηνεία των σωματικών ερεθισμάτων. Συνηθισμένο είναι να δίνονται κάποιες ασκήσεις για το σπίτι (‘’homework’’) που βοηθούν το άτομο να παρατηρήσει τις σκέψεις/συναισθήματά του ή να πειραματιστεί με νέες συμπεριφορές, ώστε με την βοήθεια του Θεραπευτή να τροποποιηθούν οι αντιδράσεις του (όπου κρίνεται αναγκαίο). Το άτομο καλείται μέσα από την αυτοπαρατήρηση να εντοπίσει τις προβλέψεις (π.χ. ‘’παθαίνω έμφραγμα’’) που κάνει για ένα σύμπτωμα (π.χ. πόνο στο στήθος) και να τις προσεγγίσει με την βοήθεια του Θεραπευτή, με έναν πιο ρεαλιστικό τρόπο. Επιπλέον, αντιμετωπίζονται οι δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές ασφάλειας (π.χ. το άτομο θέλει να βρίσκεται κοντά σε νοσοκομείο, ώστε να έχει πρόσβαση στα επείγοντα ή αποφεύγει να βγει έξω με φίλους για να μην ζαλιστεί και λιποθυμήσει), που οδηγούν το άτομο σε μια γρήγορη αλλά προσωρινή ανακούφιση, που έχει ως συνέπεια μακροπρόθεσμα, να μην εκτίθεται το άτομο σε καταστάσεις, από τις οποίες θα μπορούσε να μάθει με εμπειρικό τρόπο πως δεν κινδυνεύει. Η θεραπεία προχωράει και μέσα από κάποια συμπεριφορικά πειράματα, στα οποία το άτομο με την βοήθεια του Θεραπευτή, μπορεί βιωματικά να ελέγξει την ορθότητα των σκέψεων/πεποιθήσεών του, που σχετίζονται με την Διαταραχή Πανικού. Πέρα από αυτές τις μεθόδους χρησιμοποιούνται συχνά και διάφορες τεχνικές χαλάρωσης. Συμπερασματικά, καθίσταται απαραίτητο, με την βοήθεια του Θεραπευτή να αντιμετωπιστούν οι συμπεριφορές ασφάλειας, οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι σωματικές αντιδράσεις που εγκλωβίζουν το άτομο σε έναν ‘’φαύλο κύκλο’’ και συντηρούν την Διαταραχή. εικόνα 3d κόκκινου κουμπιού που αναγράφει 'πανικός!' Η αποτελεσματικότητα της ΓΣΘ απέναντι στη Διαταραχή Πανικού δείχνει να αγγίζει το 74%-94% και διατηρείται και μετά το πέρας της θεραπείας.

Είναι σύνηθες το άτομο που έχει Διαταραχή Πανικού να έχει και Αγοραφοβία. Η Αγοραφοβία αφορά την ανάπτυξη φοβικών αντιδράσεων σε ‘’αγοραίο’’ χώρο. Συνήθως λαμβάνει χώρα σε χώρους εκτός σπιτιού, μέσα σε πλήθος κόσμου, σε μια ουρά από σούπερ μάρκετ ή μέσα σε μεταφορικά μέσα. Οι φοβικές αντιδράσεις οδηγούν το άτομο σε αποφυγές και οι μετακινήσεις περιορίζονται μόνο σε χώρους που το άτομο νοιώθει ασφάλεια (συνήθως στο σπίτι του). Συχνά το άτομο ζητάει συνοδεία από άτομα που εμπιστεύεται όταν φεύγει ή πρόκειται να φύγει από τους χώρους που νοιώθει ασφαλές και όταν μετακινείται το κάνει έχοντας έντονο άγχος. Η θεραπεία εδώ εστιάζεται στις ίδιες μεθόδους που χρησιμοποιεί η ΓΣΘ για την Διαταραχή Πανικού με ιδιαίτερη προετοιμασία και εφαρμογή στην έκθεση απέναντι σε φοβικά ερεθίσματα. Οι ΓΣ Θεραπευτές συχνά πραγματοποιούν κάποιες συνεδρίες σε συνθήκες εκτός γραφείου που το περιβάλλον βοηθάει στην in vivo (ζωντανή) έκθεση του Θεραπευόμενου (π.χ. ο Θεραπευτής και ο Θεραπευόμενος μπορεί να μπουν μαζί σε μια τράπεζα και να περιμένουν στην ουρά ή να πραγματοποιήσουν ένα μικρό δρομολόγιο με το λεωφορείο). Οι Διαταραχές αυτές σχετίζονται με συμπτώματα που έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην λειτουργικότητα κάποιου στην κοινωνική και επαγγελματική/ακαδημαϊκή ζωή ή σε άλλους για το άτομο, σημαντικούς τομείς της ζωής του.

Βιβλιογραφία

Beck, A. T. & Emery, G. (2005). Anxiety disorders and phobias: a cognitive perspective. Cambridge, MA: Basic Books.
Westbrook, D., Kennerly, H. & Kirk, J. (2012). Εισαγωγή στη γνωσιακή – συμπεριφοριστική θεραπεία: Τεχνικές και Εφαρμογές, Α. Καλαντζή – Αζίζι & Γ. Ευθυμίου (επιμ.). Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο.
Καλπάκολου, Θ. (1997). Άγχος και Πανικός. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Μάνος, Ν. (1997). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Σίμος, Γ. (επιμ.) (2010). Γνωστική - Συμπεριφορική Θεραπεία. Ένας οδηγός στην Κλινική Πράξη. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

Διαταραχή Κοινωνικού Άγχους (ΔΚΑ) ή Κοινωνική Φοβία

GAD - Generalized Anxiety Disorder. Disease abbreviation.

Διαταραχή Κοινωνικού Άγχους (ΔΚΑ) ή Κοινωνική Φοβία

Το κυρίαρχο στοιχείο στην ΔΚΑ, είναι πως το άτομο φοβάται μην το ταπεινώσουν οι άλλοι και νοιώθει έντονη αμηχανία όταν εκτίθεται μπροστά σε κόσμο. Σκέφτεται πως οι άλλοι θα το κρίνουν για την συμπεριφορά και το άγχος που βιώνει κατά την έκθεση απέναντί τους (π.χ. για το κοκκίνισμα των μάγουλών του, τον τρόπο που μιλάει, τρώει, κινείται κ.ο.κ.). Μοιάζει με την Διαταραχή Πανικού (για περισσότερα δείτε παραπάνω) στο ότι μπορεί να υπάρχουν ίδιες αντιδράσεις (π.χ. ταχυκαρδίες, εφίδρωση), αλλά συνήθως τα συμπτώματα περιορίζονται και εκδηλώνονται σε κοινωνικές καταστάσεις που χρειάζεται να επιτελέσει κάτι. Επίσης διαφοροποιείται από την Αγοραφοβία, κυρίως (αλλά όχι μόνο) στο ότι τα άτομα με ΔΚΑ δεν έχουν πρόβλημα να είναι και μόνα τους. Το άτομο γνωρίζει πως ο φόβος του είναι υπερβολικός (σε αντίθεση με τα παιδιά που υποφέρουν από ΔΚΑ και δεν το γνωρίζουν πάντα). Στα παιδιά η ΔΚΑ εκδηλώνεται με κοινωνική απόσυρση, κλάματα και εκρήξεις θυμού σε κοινωνικές συνθήκες και πρέπει να διερευνηθεί πρώτα η ικανότητα σύναψης κοινωνικών σχέσεων. Οι εκδηλώσεις αυτές πρέπει να είναι παρούσες και στην αλληλεπίδραση με τους συνομηλίκους του παιδιού πέρα από την αλληλεπίδραση με τους ενήλικες. Σαφώς χρειάζεται να αποκλειστούν άλλα αίτια φόβου έκθεσης, όπως λογοπαθολογικές διαταραχές (π.χ. τραύλισμα) ή τρέμουλο λόγω Νόσου Πάρκινσον ή να φανούν άλλα ψυχοπαθολογικά στοιχεία για την συμπεριφορά του ατόμου (π.χ. Ψυχογενής Ανορεξία ή Βουλιμία)

Δεδομένου πως τα άτομα με ΔΚΑ φοβούνται μην γίνουν ρεζίλι, συχνά ντρέπονται και έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία έχει προσαρμοστεί στην αντιμετώπιση των ιδιαιτεροτήτων και το γνωστικό περιεχόμενο της συγκεκριμένης Διαταραχής. Πιο συγκεκριμένα, οι σκέψεις στο κοινωνικό άγχος σχετίζονται με σκέψεις τύπου ‘’είμαι βαρετός/ή’’, ‘’δεν έχω κάτι σημαντικό να πω και αν πω κάτι οι άλλοι θα με απορρίψουν ή θα με κοροϊδεύουν’’. Το άτομο έχει ως κέντρο εστίασής του τον εαυτό του, με αποτέλεσμα να χάνει σημαντικές πληροφορίες ή να παρερμηνεύει τις αντιδράσεις των ανθρώπων γύρω του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποφύγει την έκθεσή του σε κοινωνικές συνθήκες, αναζητώντας την ανακούφιση από το άγχος που του προκαλούν. Ενώ προσωρινά δημιουργείται μια ανακούφιση, το πρόβλημα διαιωνίζεται, διότι το άτομο δεν έχει την ευκαιρία να εξασκηθεί στις κοινωνικές του δεξιότητες και να απευαισθητοποιηθεί από τις προαναφερθείσες αντιδράσεις, όταν βρίσκεται σε κοινωνικές συνθήκες. Το αποτέλεσμα είναι το άτομο να βρίσκεται σε ένα φαύλο κύκλο εστίασης στον εαυτό του, παρερμηνεύοντας τις συμπεριφορές των άλλων, αισθανόμενο πως οι άλλοι εντοπίζουν τα συμπτώματα άγχους του, πράγμα που το οδηγεί στην περεταίρω αποφυγή των άλλων, χάνοντας έτσι την ευκαιρία να πάρει αυτοεκτίμηση από την επιτυχή συναναστροφή του μαζί τους. Έτσι συντηρείται ο φαύλος κύκλος, εστιάζοντας πάλι στο πόσο βαρετά και χωρίς κοινωνικές δεξιότητες άτομα, είναι.

Τα άτομα μαθαίνουν με την βοήθεια του Θεραπευτή να αντιλαμβάνονται και να επεξεργάζονται τις αντιδράσεις των άλλων με πιο λειτουργικό τρόπο. Επιπλέον το άτομο μαθαίνει να ανταποκρίνεται με έναν διεκδικητικό τρόπο στην αναμενόμενη από τους άλλους κριτική ή τον αναμενόμενο εξευτελισμό. Αυτό γίνεται σε γνωστικό επίπεδο παρά σε άμεση αλληλεπίδραση με τους άλλους, γιατί όπως ειπώθηκε και πριν, αφορά την αίσθηση φόβου πως κρίνεται ή γίνεται ρεζίλι, παρά το ότι όντως κρίνεται ή γίνεται ρεζίλι. Φυσικά αυτό μπορεί να φανεί χρήσιμο ακόμη και αν πραγματικά συμβεί. Προκειμένου το άτομο να πειραματιστεί με την εικόνα που παρουσιάζει σε τρίτους, μπορεί να προταθεί από τον Θεραπευτή του να μαγνητοσκοπηθεί μια συνεδρία κατόπιν αδείας του και σύμφωνα πάντα με την πολιτική απορρήτου και τη διασφάλιση των προσωπικών δεδομένων που ακολουθείται (για περισσότερα σε σχέση με την πολιτική προστασίας των προσωπικών δεδομένων, δείτε την Πολιτική Απορρήτου). Αυτό δίνει την δυνατότητα στο Θεραπευόμενο άτομο να γίνει ‘’ο άλλος’’ και με την βοήθεια του Θεραπευτή να αξιολογήσει τη συμπτωματολογία που νοιώθει να το εκθέτει, καθώς και την διερεύνηση των επιχειρημάτων που στηρίζουν αυτές τις πεποιθήσεις. Ακόμη, ο Θεραπευτής μπορεί να χρησιμοποιήσει την θεραπευτική σχέση που έχει με το Θεραπευόμενο άτομο, ώστε να διερευνήσει τις πεποιθήσεις που έχει το άτομο για το ‘’πώς φαίνεται’’ κατά την αλληλεπίδρασή τους. Τέλος, μπορούν να οργανωθούν συμπεριφορικά πειράματα που να δώσουν στο άτομο την δυνατότητα με βιωματικό τρόπο να μάθει μέσα από την εμπειρία του και να βελτιώσει τις κοινωνικές του δεξιότητες, ώστε να αποτελέσουν προστατευτικό παράγοντα σε τυχόν πισωγυρίσματα μετά την επίτευξη των θεραπευτικών στόχων.

Βιβλιογραφία

Beck, A. T. & Emery, G. (2005). Anxiety disorders and phobias: a cognitive perspective. Cambridge, MA: Basic Books.
Μάνος, Ν. (1997). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Σίμος, Γ. (επιμ.) (2010). Γνωστική - Συμπεριφορική Θεραπεία. Ένας οδηγός στην Κλινική Πράξη. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη

Ειδικές Φοβίες

εικόνα με σύγχρονους ανελκυστήρες κτηρίου γραφείων

Ειδικές Φοβίες

Η Φοβία σχετίζεται με ένα φόβο που δεν έχει λογική βάση και μπορεί να αφορά ένα ζώο, ένα αντικείμενο, μια κατάσταση ή μια δραστηριότητα. Το άτομο βιώνει έντονο φόβο απέναντι στην αναμονή ή την παρουσία μιας κατάστασης ή ενός αντικειμένου (π.χ. ζώα, θέα αίματος, ύψος) και αντιδρά προσπαθώντας να αποφύγει τα ερεθίσματα που του προκαλούν φόβο. Η έκθεση απέναντι στο φοβικό ερέθισμα μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα Διαταραχής Πανικού, παρότι το άτομο καταλαβαίνει πως ο φόβος του είναι παράλογος και υπερβολικός (σε αντίθεση με τα παιδιά που αυτό δεν συμβαίνει και το άγχος που ακολουθεί το φυσικό ερέθισμα προκαλεί ξεσπάσματα θυμού, κλάματα ή προσκόλληση σε άτομα που νοιώθουν ασφάλεια). Οι αποφυγές, η αγχώδης αναμονή ή η υποκειμενική ενόχληση στην Ειδική Φοβία, εμποδίζει τη λειτουργικότητα του ατόμου σε επίπεδο σχέσεων, εργασίας (ή σπουδών) και άλλων σημαντικών τομέων, παρεμποδίζοντας την καθημερινή ρουτίνα του ατόμου. Η φοβική αντίδραση αυξάνεται (ή μειώνεται αντίστοιχα), ανάλογα με το πόσο κοντά χρονικά βρίσκεται στο φοβικό ερέθισμα και με το πόσο δύσκολη είναι η αποφυγή του ερεθίσματος.

Οι τρείς μεγάλες κατηγοριοποιήσεις των Φοβιών είναι η Ειδική Φοβία, η Αγοραφοβία (που συνήθως συνοδεύει την Διαταραχή Πανικού, για περισσότερα βλέπε παραπάνω) και η Κοινωνική Φοβία (ή Διαταραχή Κοινωνικού Άγχους, για περισσότερα βλέπε παραπάνω). Ο φαύλος κύκλος στην Ειδική Φοβία ξεκινάει με το αρχικό ερέθισμα (π.χ. μια αράχνη) και την πρόβλεψη που κάνει κάποιος που είναι βασισμένη στον φόβο του (π.χ. πως μάλλον θα πηδήξει πάνω του και με το δάγκωμά της μπορεί να πεθάνει). Έτσι, εκλύεται το άγχος που στην συνέχεια προκαλεί το άτομο να αναζητήσει ασφάλεια, αποφεύγοντας το αρχικό ερέθισμα. Αυτό δεν επιτρέπει στο άτομο να δει, πως αυτό το οποίο φοβόταν, το πιθανότερο ήταν να μην συμβεί και η αρχική πρόβλεψη που έκανε παραμένει ακλόνητη, όπως επίσης και η εστίασή του στην απειλή. Η παρέμβαση μέσω της Γνωστικής Συμπεριφορικής Θεραπείας, εστιάζεται στην αποδυνάμωση της υποκειμενικής αντιλαμβανόμενης απειλής με τη μείωση του χρόνου που καταναλώνει κάποιος περιμένοντας να συμβεί το χειρότερο ή της προσπάθειας που κάνει να το ελέγξει (το χειρότερο). Η παρέμβαση εστιάζει κυρίως σε Συμπεριφορικές μεθόδους, γίνεται μέσω συνεργασίας Θεραπευτή-Θεραπευόμενου και αφορά κάποια κοινά συμφωνημένα συμπεριφορικά πειραμάτα. Τα συμπεριφορικά πειράματα δίνουν την ευκαιρία στο άτομο να εκτεθεί με συστηματικό τρόπο απέναντι στο φοβικό ερέθισμα, πράγμα που αρχίζει να το απευαισθητοποιεί απέναντι σε αυτό και να αντικαθιστά τις συμπεριφορές αναζήτησης ασφάλειας με τις νέες συμπεριφορές αντιμετώπισης. Παράλληλα με αυτές τις τεχνικές, το άτομο μπορεί με έναν βιωματικό τρόπο να αξιολογήσει και να επανεκτιμήσει τις πεποιθήσεις του σχετικά με τις καταστάσεις που άλλοτε προκαλούσαν φόβο.

Βιβλιογραφία

Beck, A. T. & Emery, G. (2005). Anxiety disorders and phobias: a cognitive perspective. Cambridge, MA: Basic Books.
Westbrook, D., Kennerly, H. & Kirk, J. (2012). Εισαγωγή στη γνωσιακή – συμπεριφοριστική θεραπεία: Τεχνικές και Εφαρμογές, Α. Καλαντζή – Αζίζι & Γ. Ευθυμίου (επιμ.). Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο.
Μάνος, Ν. (1997). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Σίμος, Γ. (επιμ.) (2010). Γνωστική - Συμπεριφορική Θεραπεία. Ένας οδηγός στην Κλινική Πράξη. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη

Άγχος Υγείας ή Υποχονδρίαση

εικόνα με λεκτικά ψυχικών νοσημάτων

Άγχος Υγείας ή Υποχονδρίαση

Άτομα που έχουν έντονο άγχος για την υγεία τους, παρερμηνεύουν ήπια σωματικά συμπτώματα ως βαριά προβλήματα υγείας, παρά τις διαβεβαιώσεις Γιατρών που τα έχουν εξετάσει και τα διαβεβαιώνουν για το αντίθετο. Μπορεί να μην αναγνωρίζει πλήρως το άτομο ότι το άγχος του για την υγεία είναι υπερβολικό ή παράλογο και προκαλεί συνέπειες σε σημαντικούς τομείς της ζωής του (π.χ. σχέσεις, εργασία, διασκέδαση). Φυσικά κάποιος που ανησύχησε μια μέρα για κάποιες ενοχλήσεις που έχει, δεν θα λέγαμε πως έχει άγχος για την υγεία του (με την έννοια της Διαταραχής), καθώς χρειάζεται να υπάρχει κάποιο χρονικό διάστημα που το άγχος για την υγεία έκανε την εμφάνισή του. Είναι σημαντικό ο Θεραπευτής να αξιολογεί αν υπάρχουν κάποιες νευρολογικές ή ενδοκρινολογικές διαταραχές που προκαλούν κάποιες γενικές ιατρικές καταστάσεις στις οποίες συνυπάρχει και το άγχος και τα σωματικά συμπτώματα. Ακόμη και στην περίπτωση ύπαρξη μιας οργανικής νόσου, η βαρύτητα στην Ψυχοθεραπεία δίνεται στη νοηματοδότηση του ατόμου που παίζει σημαντικό ρόλο και για την πορεία της οργανικής νόσου (σε περίπτωση που προκαλεί ψυχοσωματικά συμπτώματα).

Το κυρίαρχο στοιχείο των ατόμων με Άγχος για την Υγεία σχετίζεται με την συνεχόμενη επιβεβαίωσή τους από τους γιατρούς. Με την αναζήτηση επιβεβαίωσης από έναν εξωτερικό παράγοντα (π.χ. ειδικό υγείας), το άτομο αδυνατεί να μάθει από την εμπειρία του πως αυτό που φοβάται για την υγεία του μπορεί και να μην υφίσταται. Η αναζήτηση επιβεβαίωσης μπορεί να αφορά και οικείους. Οι επαναλαμβανόμενες εξετάσεις στις οποίες υποβάλλεται το άτομο, το οδηγούν σε υπερ-επαγρύπνηση και ενίσχυση της αντιλαμβανόμενης απειλής. Επίσης, το άτομο μπαίνει σε μια διαδικασία να ελέγχει το σώμα του για να εντοπίσει πιθανές αποκλίσεις από το φυσιολογικό ή να ψάχνει εξωτερικές πληροφορίες (π.χ. αναζήτηση πληροφοριών στο internet για κάποια νόσο ή σε ιατρική βιβλιογραφία). Η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία βοηθά το άτομο να εντοπίσει το περιεχόμενο των καταστροφικών προβλέψεων για τα θέματα υγείας του και γίνεται πρόκληση αυτών των προβλέψεων σχετικά με την ορθότητα και την έκβαση που πιστεύει πως μπορεί να έχει (το υποτιθέμενο θέμα υγείας). Επίσης εξετάζονται οι πεποιθήσεις που βοηθούν στην συντήρηση του άγχους.

Κάποιες φορές η οικογένεια και ο περίγυρος του ατόμου που έχει Άγχος για την Υγεία του, στην προσπάθειά τους να βοηθήσουν αρχικά, καταλήγουν να ενισχύουν το πρόβλημά του γιατί δεν γνωρίζουν τους τρόπους που εξελίσσεται και ενισχύεται η συγκεκριμένη Διαταραχή. Για αυτόν το λόγο θα ήταν ωφέλιμο να ενημερωθούν για την πορεία και την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης. Με τη βοήθεια του Θεραπευτή το άτομο βρίσκει τρόπους να μειώσει τις συμπεριφορές που προσωρινά του προκαλούσαν ανακούφιση, που όμως μακροπρόθεσμα συντηρούσαν το πρόβλημα. Το άτομο έχει την ευκαιρία να εξετάσει τις καταστροφικές υποθέσεις και ερμηνείες του για κάποιο σύμπτωμα και να κάνει κάποιες εναλλακτικές ερμηνείες για την έκβαση της πορείας της υγείας του με έναν βιωματικό τρόπο μέσα από κάποια οργανωμένα, μεταξύ Θεραπευτή-Θεραπευόμενου, συμπεριφορικά πειράματα. Το αποτέλεσμα είναι το άγχος σταδιακά να μειώνεται, μέχρι να αποκατασταθεί η λειτουργικότητα του ατόμου.

Βιβλιογραφία

Beck, A. T. & Emery, G. (2005). Anxiety disorders and phobias: a cognitive perspective. Cambridge, MA: Basic Books.
Westbrook, D., Kennerly, H. & Kirk, J. (2012). Εισαγωγή στη γνωσιακή – συμπεριφοριστική θεραπεία: Τεχνικές και Εφαρμογές, Α. Καλαντζή – Αζίζι & Γ. Ευθυμίου (επιμ.). Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο.
Μάνος, Ν. (1997). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή (ΓΑΔ)

GAD - Generalized Anxiety Disorder. Disease abbreviation.

Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή (ΓΑΔ)

Στη ΓΑΔ το άτομο έχει ως κύριο σύμπτωμα πέρα από το υπερβολικό άγχος, την ανησυχία και την στεναχώρια και του είναι δύσκολο να τα ελέγξει. Συνοδά συμπτώματα αφορούν την αίσθηση πως κάποιος είναι σε ‘’αναμμένα κάρβουνα’’, κουράζεται εύκολα και δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί ή νοιώθει σαν να ‘’είναι άδειο το μυαλό του’’. Επίσης, μπορεί κάποιος να έχει ευερεθιστικότητα (να είναι πιο ευέξαπτος και οξύθυμος από ότι ήταν), να νοιώθει σφιγμένος (πέρα από ψυχολογικά και μυϊκά) και ο ύπνος του να είναι διαταραγμένος. Εφόσον αποκλειστούν κάποιες ιατρικές καταστάσεις και διευκρινιστεί πως τα στοιχεία του άγχους και της ανησυχίας δεν περιορίζονται στη συμπτωματολογία άλλων Διαταραχών, τότε η υποψία για ΓΑΔ είναι ακόμη πιο ισχυρή.

Η Γνωστική Συμπεριφορική ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση εστιάζεται κυρίως στην ανάπτυξη δεξιοτήτων αυτοπαρατήρησης, την ικανότητα ελέγχου των ερεθισμάτων που πυροδοτούν ή ενισχύουν το υπάρχον άγχος, τις ασκήσεις χαλάρωσης, την ικανότητα αυτοελέγχου και την αναδόμηση του τρόπου σκέψης που συντηρεί τη ΓΑΔ. Ενώ η αντιμετώπιση της ΓΑΔ με την Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία μοιάζει με την αντιμετώπιση άλλων Διαταραχών, η εστίαση εδώ γίνεται στην ανησυχία με στόχο την αποδοχή της αβεβαιότητας. Το Θεραπευόμενο άτομο εκπαιδεύεται στο να περιοριστεί ο χρόνος ενασχόλησής του με την ανησυχία και μαθαίνει να αποσπά την προσοχή του. Τα μοτίβα σκέψης και εδώ έχουν να κάνουν με καταστροφολικά σενάρια, τα οποία όσο εμπλουτίζονται με σκέψεις/εικόνες τόσο πιο αληθινά μοιάζουν. Για να περιοριστούν οι συνέπειες (που συνήθως είναι η αύξηση του άγχους) τέτοιων στρατηγικών αντιμετώπισης, το άτομο μαθαίνει να σκέφτεται πάνω στις σκέψεις του. Αυτό είναι μια μετα-γνωστική δεξιότητα και είναι ένα πανανθρώπινο χαρακτηριστικό που εξαρτάται πάντα και από τα προσωπικά χαρακτηριστικά ή κάποιες διαταραχές που επηρεάζουν την ποιότητά του (π.χ. Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος, για περισσότερα σε σχέση με αυτήν τη Διαταραχή βλέπε εδώ).

Η μετα-γνωστική αντιμετώπιση βοηθάει στην αντιμετώπιση των σκέψεων που ενισχύουν το άγχος μέσα από την αλληλουχία τους. Κυρίως όμως βοηθιέται το Θεραπευόμενο άτομο στην αντιμετώπιση του άγχους του μέσα από τη συναισθηματική αποστασιοποίηση του από αυτό. Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να ενισχυθεί από την εστίαση της προσοχής σε πράγματα που προκαλούν εσωτερικά προσωπική ευχαρίστηση (π.χ. ένας φοιτητής γράφει μια εργασία και εστιάζει στο τι καινούργιο έμαθε και στο ότι θα έχει ολοκληρώσει επιτυχώς ακόμη μια ανάθεση εργασίας), παρά σε εξωτερικές απολαβές (π.χ. σκεπτόμενο ότι δεν θα βαθμολογηθεί όπως θα ήθελε από τον καθηγητή του). Δηλαδή πιο απλά, το άτομο μαθαίνει ‘’να γεμίζει συχνότερα από μέσα προς τα έξω, παρά από έξω προς τα μέσα’’. Έτσι ξεκινά να χτίζει και μια πιο θετική εικόνα για την αποτελεσματικότητά του. Όσο συχνότερα εξασκείται στις δεξιότητες που μαθαίνει μέσα από τη θεραπεία και εγκαθιδρυθούν, τόσο θα αυξάνεται και αυτή του η αίσθηση (της αυτο-αποτελεσματικότητάς του). Συχνά συστήνεται σε άτομα με ΓΑΔ συνδυαστική φαρμακοθεραπεία, ανάλογα με την πορεία και τις επιπλοκές της Διαταραχής.

Βιβλιογραφία

Beck, A. T. & Emery, G. (2005). Anxiety disorders and phobias: a cognitive perspective. Cambridge, MA: Basic Books.
Westbrook, D., Kennerly, H. & Kirk, J. (2012). Εισαγωγή στη γνωσιακή – συμπεριφοριστική θεραπεία: Τεχνικές και Εφαρμογές, Α. Καλαντζή – Αζίζι & Γ. Ευθυμίου (επιμ.). Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο.
Wells A. (2009). Metacognitive Therapy for Anxiety and Depression. New York, NY; London: Guilford Press.
Μάνος, Ν. (1997). Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Σίμος, Γ. (επιμ.) (2010). Γνωστική - Συμπεριφορική Θεραπεία. Ένας οδηγός στην Κλινική Πράξη. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

Επικοινωνήστε με τον ψυχολόγο για μια πρώτη συνεδρία γνωριμίας

error: Content is protected !!